ΝΑΤΑΣΣΑ ΧΑΣΙΩΤΗ
City journal
(Rum and Coca Cola, Calypso Rose)

Starbucks, μεσημεράκι, για να θυμάμαι τον Μόμπυ Ντικ και να καταλάβω κάποτε γιατί η εκδίκηση του κήτους είναι δυνατότερη και εξόχως πιθανότερο να πραγματοποιηθεί από του Αχαάβ. Το Κήτος του Ιωνά σώζει τον πιστό του Θεού, αλλά πνίγει και στέλνει στην τρομερή άβυσσο τον βλάσφημο που δε φοβάται ούτε θεούς ούτε δαίμονες. Ο Στάρμπακ είναι από τους βασικούς ναύτες του Pequod… Η θέση δίπλα στο μεγάλο παράθυρο μου ανήκει, και το ζεστό τσάι (από πότε άρχισα εγώ να πίνω τέτοια κατασκευάσματα…;) με νανουρίζει καθώς το πολύ πρωινό εγερτήριο ζητάει εκδίκηση, κι εγώ αδυνατώ να αντιπαλέψω.

Πάνω που σκέφτομαι θολά και μπερδεμένα, και η πραγματικότητα ψιλομπερδεύεται με εικόνες απ’ το παρελθόν, εισβάλλει μάνα με κόρη και εγγόνια. Τα τραπέζια έχουν πολυθρόνες ανά δύο αντικρυστά, και η δική μου αντικρυστή είναι άδεια, οπότε η γιαγιά- σκρόφα έρχεται και στρώνεται. Η κόρη την προτρέπει να πάει να καθίσει εκεί που είναι το δικό τους territory, και την εκτιμώ, αν και βλέποντας τη μάνα της, καταλαβαίνω ότι δε θα πήγε πολύ μακριά. Ζει ακόμα “στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων”, so to speak, και δε μ’ αρέσει καμιά τους, αποφασίζω στα γρήγορα. Επίσης, έχω ζυγίσει τα του ζωτικού μου χώρου, και έχω καταλήξει ότι το δίκαιο προστάζει να σηκωθεί η Θεσσαλονικά σκροφίτσα και να πάει να παλουκωθεί παραδίπλα.

Στην παραίνεση της κόρης απαντάει: “Ε, καλά, δεν έγινε τίποτα, δεν ενοχλώ. Ενοχλώ;” λέει προς εμένα. “Θα δούμε”, της απαντώ, και σηκώνεται έκπληκτη και θυμωμένη. “Χιούμορ…” ψελλίζω ευχαριστημένη, αν και συνειδητοποιώ ότι θα έχω το μουγγανητό του small talk από δίπλα, και όλες οι ελπίδες μου εναποτίθενται στο πιτσιρίκι που κοιμάται στο καρότσι, ή στο άλλο, γύρω στα τρία, που με κοιτάει επίμονα και με θαυμασμό. Μάλλον είμαι η μόνη που αντιμίλησε στη γριά. Αφού ειπώθηκε ό,τι σαβούρα ήταν να ειπωθεί, ήρθαν οι καφέδες, και εγώ δικαιώθηκα για όσα πίστευα για τις δύο. Η κόρη έδινε στο δυομισάχρονο να πιεί εσπρέσσο -οπότε οι ελπίδες μου ότι θα διαλυόταν απ’ την κούραση και θα έπαιρνε τους συγγενείς του να φύγουνε, εξατμίστηκαν. Ανάμεσα στο να καλέσω την πρόνοια και να φύγω διάλεξα το δεύτερο, αφήνοντας το νήπιο να ρουφάει την καφεδιά του, πρόβα για το αυριανό φραπόγαλο και τα τσιτωμένα νεύρα.

Όλα τα κείμενα ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ