ΝΑΤΑΣΣΑ ΧΑΣΙΩΤΗ
Μεταλλάξεις
(Crazy Train, Ozzy)

Eκτός από το αρκουδίσιον και τους ξενοδόχους, τις διακοπές των τουριστών λυμαίνονται και σιχαμένα ιπτάμενα τέρατα σε στυλ σφήκας αλλά πιο πορτοκαλλί και πιο αδύνατα και μακριά -κάτι σαν την βορειοευρωπαία ξαδέρφη της κοντής και με ψωμάκια μεσογειακής σφηκός- τα οποία δεν ψοφάνε με τίποτα. Το ξέρω από πρώτο χέρι, διότι εκεί που παραθέριζα (…) αίφνης μπήκε μια από το παράθυρο. Η οικολογική και φιλοζωική μου συνείδηση μου υπέδειξε, αφού της είπα διάφορα μπινελίκια, να της δείξω την άγουσα προς τα έξω από άλλο παράθυρο, μια και επουδενί ήθελε να ξαναβγεί απ’ το ίδιο. Φαίνεται όμως ότι το παιχνιδάκι της άρεσε, και άρχισε να μπαίνει απ’ το ένα, να τη βγάζω απ’ το άλλο. Την τέταρτη φορά, η οικολογική μου συνείδηση πήγε στα τσακίδια και πήρα τη μυγοσκοτώστρα σε σχήμα χεριού. Έφαγε το ξύλο της αρκούδας. Της έκανα και καράτε -το ΄χω δει στον Ντάντικοφ- κι αυτή λαχάνιαζε για λίγο και δώσ’ του πάλι. Αποφάσισα να την ονομάσω Ζαν-Κλωντ σε ‘κείνο το σημείο, εξάλλου είχαμε γνωριστεί μετά από τόση ώρα ξυλοδαρμού. Αφού πόνεσε το χέρι μου και κόντεψε να κοπεί το χεράκι της μυγοσκοτώστρας, έπεσε κάτω το ζωντανό. Αλλά δεν είχε πεθάνει!!! Μια ανάσα έκατσε να πάρει, και όρμηξε για τον 25ο γύρο.

Εντωμεταξύ ημίγυμνες καλλονές διαφήμιζαν το ταμπελάκι με τον αριθμό του γύρου που θα παίζαμε στο ρινγκ. μουσική του Ρόκυ Νο 35, και το Eye of the Tiger συντρόφευαν τον αγώνα. Ο Ζαν-Κλωντ είχε ξεμείνει από κόλπα. Κάπου εκεί έπεσε -επιτέλους- ξερός. Εγώ όμως την εξοχή την απεχθάνομαι, πέρα από το ότι με τσιμπάει ότι πετάει κι ότι κολυμπάει, και επειδή όλα αυτά τα τσιμπιάρικα είναι και καρδαμωμένα απ’ τον καθαρό αέρα. Επίσης, βρίσκονται σε αφθονία, παντού. Όπως στο μπάνιο, όπου μπαίνεις, ΒΡΑΔΥ, και πάνω στο σαπούνι του εξοχικού των φίλων σου, βλέπεις κάτι καφέ, μακρύ, με διπλό διαφορικό, να κουνάει τις κεραίες του. Είναι η μόνη φοβία (ζώου) που έχω. Και να εξηγούμαι: ο φοβικός δε βλέπει ότι και οι άλλοι. Δηλαδή κάτι ζωντανό, σιχαμένο, καφέ, κακάσχημο μέχρι βλακείας, γρήγορο, που κάνει γλιάτς κάτω απ’ την παντόφλα, και απαντάται σε μεγέθη μέχρι 0,5×0,09. Βλέπει: -κάτι τεράστιο (σαν τζιπ Τσερόκι) -που έχει προσωπικά μαζί του όπως ο καρχαρίας στις ομώνυμες ταινίες, και έχει έρθει να τον εκδικηθεί -που έχει υπερφυσικές δυνάμεις όπως τα ζόμπι του Τζωρτζ Ρομέρο -που δεν είναι ένα, αλλά 1101, που θα ξεδιπλωθούν ανά πάσα στιγμή και θα καταπνίξουν το χώρο, και θα δώσουν στον επιτιθέμενο φοβικό το Τέζα να το φάει αυτός. Έδωσα στον άντρα της παρέας ένα Αζαξ για τζάμια, ένα οινόπνευμα πράσινο, τη μυγοσκοτώστρα, μια πετσέτα για να προκαλέσει προσωρινό αποπροσανατολισμό του ζώον, μια λακ για τα μαλλιά, τον έκλεισα στο μπάνιο ευχόμενη καλή τύχη και θα τον θυμόμαστε, κι έφυγα.

Κι επειδή το καφέ τέρας ήταν πιο έξυπνο από τον άντρα της παρέας, έφυγε, πιρκαμένο ελπίζω. Να πληροφορήσω εδώ τους αγαπητούς μου αναγνώστες, ότι το σπρεϊ για τα μαλλιά, είναι πολύ αποτελεσματικό στις κουκαράτσες. Προκαλεί σύγχυση, βήχα, αργοπορία, έκπληξη, πλήξη, θυμό, κατάθλιψη, απώλεια ακοής, σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, και δίνει χρόνο για σφαλιάρες στον επιτιθέμενο. Υ.Γ. Μην μπερδέψετε τις κατσαρίδες με άλλο ζωντανό. Σε άλλη φάση των διακοπών προκάλεσα ανήκεστο βλάβη ψυχολογικού τύπου και πανικού σε γρύλλο (τριζόνι), το οποίο έκλεισα κάτω από ένα ποτήρι περιμένοντας το πρωί για να διαμαρτυρηθώ για κατσαρίδες στο ξενοδοχείο. Όταν το έδειξα, μου είπαν “αχ, αυτό θα σας τρέλλανε όλο το βράδυ με το τραγούδι, αλλά πού είναι η κατσαρίδα που λέγατε;” απάντησα: “αυτό είναι η κατσαρίδα. Και δεν έβγαλε κιχ όλο το βράδυ, δεν ήξερα ότι μιλάει κιόλας”. “Καλέ είναι τριζονάκι, να, κοιτάξτε που θα το αφήσουμε ελεύθερο”. Και πού να το ξέρω; Δεν έμοιαζε με το γρύλλο που είχα δει στον Πινόκιο.

23 Αυγούστου, 2008