Τετάρτες και γενικώς…
(Once in a lifetime, Talking Heads)
Τις μέρες που εφημερεύει ο Ευαγγελισμός και δέχονται και οι γιατροί στα πέριξ της Μαρασλή, γίνεται το αδιαχώρητο. Φορτηγά, η τηλεόραση (άμα κανάς διάσημος έχει πάθει αεροφαγία), λεωφορεία, πεζοί, τσιγγάνοι με όλο (μα ΟΛΟ) το σόι, και φυσικά ιδιωτικά αυτοκίνητα, πάντα με δύο άτομα μέσα: τον Ελληνάρα και τη μάνα του. Πόσες γριές συρρέουν στους γιατρούς του Κολωνακίου…Η ατάκα γκανιάν είναι: κάτσε ρε μάνα μια στιγμή σου λέω να πάω να παρκάρω κι έρχομαι. Ποτέ όμως δεν κάθεται η γριά, γιατί της είχανε πει να μην κάθεται έκθετη σε γωνίες, θα την πειράξουνε τ’ αγόρια, προπολεμικά, και της έγινε συνήθειο (άμα ήθελε να την πειράξουν τ’ αγόρια, πήγαινε αλλού.) έτσι βλέπει κανείς μουτρωμένες γριές, όλες με κάτι γυαλιά πατομπούκαλα, έχουνε έρθει στον οφθαλμίατρο για καταρράκτη -δεν το συζητώ. Η νύφη στο σπίτι, που επιτέλους την ξεφορτώθηκε, προφανώς θα εύχεται να κάνει λάθος ο γιατρός στην εγχείρηση και το λέιζερ να την κάνει τη γριέτζω φωτορυθμικό: να μπαίνει ο προβολέας απ’ τη μια και να βγαίνει απ’ την άλλη του κρανίου πλευρά. Ο γιός όμως -μάνα μου είναι ρε Λίτσα, τι θες να κάνω;- έχει αγωνία στο βλέμμα: το παρκάρισμα, ο παράνομος δεσμός με άλλη που μοιάζει του Λιτσάκι όπως ήτανε προς 20ετίας και βάλε, που στο φινάλε προτιμάει με τη γριά στον οφθαλμίατρο γιατί γλύτωσε λίγο απ’ τη Λίτσα…Τι σκέφτεται η γριά, άβυσσος η ψυχή της…Μπορεί ότι τώρα που θα κάνει τα λέιζερ και άμα της πέσει κι η πίεση, θα κατσικώνεται πιο συχνά στις κυριακάτικες εξόδους κατά Βάρη μεριά, έτσι για να βλέπει, γεράκι μετά την εγχείρηση, τις μουράκλες της νύφης της και να φχαριστιέται.